φιλοσοβιετικός

φιλοσοβιετικός
-ή, -ό
επίρρ.
1. αυτός που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης: Φιλοσοβιετική πολιτική.
2. αυτός που γινόταν σε έκφραση αγάπης προς τη Σοβιετική Ένωση ή τους Σοβιετικούς: Φιλοσοβιετικές εκδηλώσεις.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • φιλοσοβιετικός — ή, ό, Ν αυτός που εξυπηρετεί τα συμφέροντα τής Σοβιετικής Ένωσης, ο ευνοϊκά διακείμενος απέναντι στην Σοβιετική Ένωση ή στους Σοβιετικούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + σοβιετικός] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”